dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
βραβευόμενος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
preisgekrönt
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)