dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Δεν βρέθηκαν εγγραφές για
ny
Εννοούσατε:
N
Εν μέρει αντιστοιχίες:
Nylon
Nylonstrümpfe
Nylonstrumpfhose
Nymphe
Nymphomanie
Nymphomanin