dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Δεν βρέθηκαν εγγραφές για
mum
Εννοούσατε:
Mumm
Mus
Mut
Rum
um
zum
Εν μέρει αντιστοιχίες:
Mumie
Mumifizierung
Mumm
Mumps