dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
δυνατός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ρωμαλέος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
δυνατά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
συμπαγής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ζωηρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
άλκιμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εύρωστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ευσταλής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
καραμπινάτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
κραταιός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
στιβαρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
σφριγηλός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
χορταστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)