dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Δεν βρέθηκαν εγγραφές για
klos
Εννοούσατε:
Klo
Klon
Kloß
Los
Εν μέρει αντιστοιχίες:
Klosett
Klosettbrille
Kloster
Kloster-
Klosterbruder
Klosterfrau
Klosterkirche
Klosterzelle