dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
γυμνός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kahl
Ⓦ
Ⓖ
…
φαλακρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kahl
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)