dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
μπορώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
können
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
δυνατότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Können
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
δύναμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
können
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ικανότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Können
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξέρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
können
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)