dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
βλέπω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gucken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
κοιτάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gucken
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)