dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
οστέινος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
grätig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
οστεώδης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
grätig
Ⓦ
Ⓖ
…