dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Δεν βρέθηκαν εγγραφές για
gerst
Εννοούσατε:
erst
Geist
Gerät
Gerste
Gerüst
Εν μέρει αντιστοιχίες:
Gerste
Gerstenkorn
Gerstensaft