dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Δεν βρέθηκαν εγγραφές για
gör
Εννοούσατε:
gar
Göre
Εν μέρει αντιστοιχίες:
gordisch
Göre
Gorilla
Goriška