dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
οριοθετώ εσοχή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einrücken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κατατάσσομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einrücken
Ⓦ
Ⓖ
…