dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
εγωιστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Egoist
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ατομιστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Egoist
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)