dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Δεν βρέθηκαν εγγραφές για
boi
Εννοούσατε:
bei
Boa
Bon
Box
Boy
Εν μέρει αντιστοιχίες:
böiger Regenschauer
Boiler