dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
σφραγίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
besiegeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επισφραγίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
besiegeln
Ⓦ
Ⓖ
…