dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Δεν βρέθηκαν εγγραφές για
atten
Εννοούσατε:
Akten
Athen
atmen
Εν μέρει αντιστοιχίες:
Attentat
Attentäter
Attentäterin