dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
αλκάλιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Alkali
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
το
αλκάλιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Alkalimetall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
αλκαλικά μέταλλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Alkalimetalle
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αλκαλικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
alkalisch
Ⓦ
Ⓖ
…