dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ανανέωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verlängerung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
παράταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verlängerung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επέκταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verlängerung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επιμήκυνση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verlängerung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
προέκταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verlängerung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)