dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
οικουμενικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
universal
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
καθολική υπηρεσία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Universaldienst
Ⓦ
Ⓖ
…
αποκλειστικός κληρονόμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Universalerbe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
καθολικότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Universalität
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
οικουμενικότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Universalität
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
καθαριστικό γενικής χρήσης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Universalreiniger
Ⓦ
Ⓖ
…