dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
γυμναστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Turner
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
αθλητής ενόργανης γυμναστικής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Geräteturner
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
γυμναστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
turnerisch
Ⓦ
Ⓖ
…