dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
τουρμπίνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Turbine
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
αεριοστρόβιλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Turbine
Ⓦ
Ⓖ
…
στρόβιλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Turbine
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)