dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ντομάτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tomate
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
τομάτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tomate
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
σαρκώδης ντομάτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fleischtomate
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
πελτές
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Tomatenmark
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
σαλάτα ντομάτες
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Tomatensalat
Ⓦ
Ⓖ
…
σάλτσα τομάτας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Tomatensauce
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
σάλτσα ντομάτας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tomatensoße
Ⓦ
Ⓖ
…