dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
θεολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Theologie
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
ευαγγελικής θεολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
evangelische Theologie
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
καθολική θεολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
katholische Theologie
Ⓦ
Ⓖ
…