dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
σύμβολο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Symbol
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
ευρωπαϊκά σύμβολα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
europäisches Symbol
Ⓦ
Ⓖ
…
!
εθνικό σύμβολο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Nationalsymbol
Ⓦ
Ⓖ
…
!
νομικό σύμβολο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Rechtssymbol
Ⓦ
Ⓖ
…
σύμβολο του κράτους
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Staatssymbol
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
σύμβολο κοινωνικής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Statussymbol
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
σύμβολο τάξεως
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Statussymbol
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
συμβολική
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Symbolik
Ⓦ
Ⓖ
…
!
συμβολικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
symbolisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αλληγορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
symbolisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
συμβολίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
symbolisieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
συμβολισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Symbolismus
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
γραμμή εργαλείων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Symbolleiste
Ⓦ
Ⓖ
…