dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
φοιτητική εστία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Studentenheim
Ⓦ
Ⓖ
…
!
εστία σπουδαστών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Studentenheim
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πανεπιστημιακή λέσχη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Studentenheim
Ⓦ
Ⓖ
…