dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
οδική κυκλοφορία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Straßenverkehr
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
οδική μεταφορά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Straßenverkehr
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
οδική ασφάλεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Sicherheit im Straßenverkehr
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κώδικας οδικής κυκλοφορίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Straßenverkehrsordnung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
δίκαιο οδικής κυκλοφορίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Straßenverkehrsrecht
Ⓦ
Ⓖ
…