dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
αμορτισέρ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Stoßdämpfer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
απορροφητήρας κραδασμών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Stoßdämpfer
Ⓦ
Ⓖ
…