dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Δεν βρέθηκαν εγγραφές για
Stick
Εννοούσατε:
Stich
Stock
Strick
Stück
Tick
Εν μέρει αντιστοιχίες:
sticken
Sticker
Stickerei
stickig
stickige Luft
Stickrahmen
Stickstoff
Stickstoff-
stickstoffhaltig
Stickstoffoxid