dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
μονωδία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Solo
Ⓦ
Ⓖ
…
!
σόλο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Solo
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
σόλο παράσταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Soloauftritt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
σόλο καλλιτέχνης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Solokünstler
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
σόλο καλλιτέχνιδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Solokünstlerin
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ρεσιτάλ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Solovortrag
Ⓦ
Ⓖ
…