dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
γιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Sohn
Ⓦ
Ⓖ
…
υιός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Sohn
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)