dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κάνω σκι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Ski fahren
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)