dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό

loading...
Ουσιαστικό
der Sinn
Ουσιαστικό
der Sinn
Ουσιαστικό
der Sinn
Ουσιαστικό
der Sinn

Εν μέρει αντιστοιχίες (+)