dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
σιλό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Silo
Ⓦ
Ⓖ
…
!
σιρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Silo
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
σιταποθήκη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Getreidesilo
Ⓦ
Ⓖ
…