dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
σοκολάτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schokolade
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Επίθετο
σοκολατένιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Schokoladen-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
σοκολατένιο αυγό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Schokoladenei
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
κέικ σοκολάτας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schokoladenkuchen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
κέικ με σοκολάτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schokoladenkuchen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
τούρτα σοκολάτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schokoladentorte
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
σοκολάτα γάλακτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vollmilchschokolade
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
πικρή σοκολάτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Zartbitterschokolade
Ⓦ
Ⓖ
…