dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
υποστηρικτής της κυβέρνησης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Regierungsanhänger
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)