dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
σπανιότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Rarität
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
συλλεκτικό αντικείμενο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Rarität
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
σπάνιο κομμάτι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Rarität
Ⓦ
Ⓖ
…