dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
άτομο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Person
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
πρόσωπο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Person
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
άνθρωπος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Person
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)