dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
υποστηρίκτρια κόμματος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Parteianhängerin
Ⓦ
Ⓖ
…