dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
εκμετάλλευση του θαλάσσιου πυθμένα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Nutzung des Meeresbodens
Ⓦ
Ⓖ
…