dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Nutzung der Ressourcen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)