dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
μεικτός γάμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Mischehe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επιγαμία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Mischehe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επιμειξία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Mischehe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
μικτός γάμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Mischehe
Ⓦ
Ⓖ
…