dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
παραφύλαγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Lauer
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
ενεδρεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lauern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παραμονεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lauern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παραφυλάω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lauern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
καιροφυλαχτώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lauern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
καραδοκώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lauern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ελλοχεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lauern
Ⓦ
Ⓖ
…