dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
φορτιστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Ladegerät
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
φορτιστής κινητού τηλεφώνου
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Handyladegerät
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ταχυφορτιστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Schnellladegerät
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ηλιακός φορτιστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Solar-Ladegerät
Ⓦ
Ⓖ
…