dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
συμφωνία συνεργασίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Kooperationsabkommen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)