dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
συνασπισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Koalition
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
συμμαχία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Koalition
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
συγκυβέρνηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Koalition
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
μεγάλος συνασπισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Große Koalition
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
συζήτηση για συνασπισμό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Koalitionsgespräch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
εταίρος σε συνασπισμό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Koalitionspartner
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
συμπολίτευση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Regierungskoalition
Ⓦ
Ⓖ
…