dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
καπετάνιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kapitän
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
εμποροπλοίαρχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kapitän
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
καπετάν
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kapitän
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
λοχαγός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kapitän
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
καραβοκύρισσα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kapitän
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κυβερνήτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kapitän
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
στρατ.
ο
πλοίαρχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kapitän
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
καραβοκύρης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kapitän
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κυβερνήτης πλοίου
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Kapitän
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)