dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
εκβιομηχάνιση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Industrialisierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
εκβιομηχανισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Industrialisierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
βιομηχανοποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Industrialisierung
Ⓦ
Ⓖ
…