dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
ατομικισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Individualismus
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ατομισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Individualismus
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ιντιβιντουαλισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Individualismus
Ⓦ
Ⓖ
…