dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
χαρακτηριστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Identifizierung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ταύτιση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Identifizierung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ταυτισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Identifizierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
συνταύτιση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Identifizierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ταυτοποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Identifizierung
Ⓦ
Ⓖ
…