dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
γοφός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hüfte
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ισχίον
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hüfte
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ισχίο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hüfte
Ⓦ
Ⓖ
…